Κυριακή 14 Αυγούστου 2016

Μέσα από τον καθρέπτη της Βενεζουέλας (του Ricardo Hausmann από το project syndicate)


Όταν ακούμε για μια καταστροφή που έπληξε ένα φίλο, αισθανόμαστε συμπάθεια και επίσης μια αίσθηση ιλίγγου. Αναρωτιόμαστε αν θα μπορούσε να συμβεί και σε μας αυτό. Είναι αυτή η καταστροφή το αποτέλεσμα κάποιου ιδιαίτερου χαρακτηριστικού που ευτυχώς δεν έχουμε από κοινού; Ή είμαστε και εμείς το ίδιο ευάλωτοι; Αν ναι, μπορούμε να αποφύγουμε μια παρόμοια μοίρα;
Η ίδια λογική ισχύει και για τα κράτη. Το Σαββατοκύριακο του Ιουλίου 16-17 στους κατοίκους της Βενεζουέλας δόθηκε η ευκαιρία να διασχίσουν τα σύνορα προς την Κολομβία για έως και 12 ώρες. Ήταν ένα γεγονός που θυμίζει την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Περισσότεροι από 135.000 άνθρωποι χρησιμοποιήσαν αυτήν την αναστολή απαγόρευσης εξόδου για να πάνε στην Κολομβία και να αγοράσουν είδη πρώτης ανάγκης. Ταξίδεψαν εκατοντάδες μίλια και μετέτρεψαν τα μετρητά τους σε μόλις 1% του ξένου συναλλάγματος που θα είχαν, αν είχαν τη δυνατότητα να ανταλλάξουν με την επίσημη ισοτιμία που ισχύει για τα τρόφιμα και τα φάρμακα. Και όμως θεώρησαν ότι αξίζει τον κόπο, με δεδομένη την πείνα, τις ελλείψεις και την απελπισία στο σπίτι.
 
Ο διεθνής Τύπος έχει αναφέρει την κατάρρευση της οικονομίας της Βενεζουέλας, του συστήματος υγείας της, της προσωπικής ασφάλειάς της και της συνταγματικής τάξης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της . Όλα αυτά συμβαίνουν στη χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο, μόλις δύο χρόνια μετά το τέλος της μεγαλύτερης διάρκειας έκρηξης της τιμής του πετρελαίου στην ιστορία. Γιατί; Θα μπορούσε να συμβεί και αλλού;
 
Τα στοιχεία της κάθε κατάστασης είναι πάντα ειδικότερα για κάθε χώρα, και ως εκ τούτου δε μεταφέρονται. Αλλά αυτό μπορεί να μας δώσει μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Αν την εξετάσουμε σωστά, η εμπειρία της Βενεζουέλας παρέχει σημαντικά διδάγματα για άλλες χώρες.
Η κρίση της Βενεζουέλας δεν είναι το αποτέλεσμα κακοτυχίας. Αντίθετα, η καλή τύχη παρείχε το σχοινί με το οποίο η χώρα κατέληξε να κρέμεται η ίδια. Αντ 'αυτού, η κρίση είναι η αναπόφευκτη συνέπεια των κυβερνητικών πολιτικών.
 
Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, οι πολιτικές αυτές περιελάμβαναν απαλλοτριώσεις, έλεγχο τιμών και συναλλάγματος, υπερδανεισμό στις καλές εποχές, κανονισμούς εναντίον των επιχειρήσεων, κλείσιμο των συνόρων, και πολλά άλλα. Αρκεί να λάβουμε υπόψη αυτό το μικρό παραλογισμό: Ο Πρόεδρος Nicolás Maduro αρνήθηκε, σε αρκετές περιπτώσεις, να επιτρέψει την εκτύπωση χαρτονομισμάτων μεγάλης ονομαστικής αξίας. Το μεγαλύτερο χαρτονόμισμα αξίζει λιγότερο από $ 0.10. Αυτό έχει προκαλέσει τον όλεθρο στο σύστημα πληρωμών και στη λειτουργία των τραπεζών και ΑΤΜ - πηγή ανείπωτης ενόχλησης για το κοινό.
 
Έτσι, το κρίσιμο ερώτημα είναι: γιατί μια κυβέρνηση να υιοθετήσει επιβλαβείς πολιτικές, και γιατί η κοινωνία να συμβιβαστεί με αυτές; Το χάος στο οποίο έχει πέσει η Βενεζουέλα μπορεί να φαίνεται να είναι απίστευτο. Στην πραγματικότητα, είναι ένα προϊόν της πίστης.
 
Το εάν οι πολιτικές ακούγονται τρελές ή λογικές εξαρτάται από το εννοιολογικό πρότυπο, ή το σύστημα πεποιθήσεων, που χρησιμοποιούμε για να ερμηνεύσουμε τη φύση του κόσμου που ζούμε. Αυτό που φαίνεται τρελό σε ένα παράδειγμα μπορεί να φαίνεται σαν κοινή λογική για ένα άλλο.
Από τον Φεβρουάριο του 1692 – έως το Μάιο του 1693 για παράδειγμα, οι συνήθως λογικοί άνθρωποι της Μασαχουσέτης κατηγόρησαν γυναίκες για άσκηση μαγείας και τις κρέμασαν. Αν δεν πιστεύεις στη μαγεία, η συμπεριφορά αυτή φαίνεται ακατανόητη. Αλλά αν πιστεύεις ότι ο διάβολος υπάρχει και καταλαμβάνει τις ψυχές των γυναικών, στη συνέχεια η κρεμάλα, η πυρά κι ο λιθοβολισμός στο σώμα τους μοιάζει λογική δημόσια πολιτική.
 
O τσαβισμός στη Βενεζουέλα κατηγόρησε για τον πληθωρισμό και την ύφεση τη δόλια συμπεριφορά των επιχειρήσεων που έπρεπε να ελέγχθούν μέσω περισσότερης ρύθμισης, περισσότερων απαλλοτριώσεων, και περισσότερων διευθυντών επιχειρήσεων στη φυλακή. Η καταστροφή των ανθρώπων και οργανισμών θεωρήθηκε ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Με το να απαλλαγούμε από αυτές τις μάγισσες, η χώρα θα έπρεπε να θεραπευτεί.
 
Τα εννοιολογικά παραδείγματα κοινωνιών για την κατανόηση της φύσης του κόσμου που κατοικούν δεν μπορούν να στηριχθούν μόνο σε επιστημονικά γεγονότα, επειδή η επιστήμη μπορεί στην καλύτερη περίπτωση να διαπιστώσει την αλήθεια των ατομικών πεποιθήσεων, αλλά δε μπορεί να επινοήσει ένα γενικό σύστημα πεποιθήσεων ή να εκχωρήσει ηθική αξία στα αποτελέσματα.
 
Η πολιτική είναι για την εκπροσώπηση και την εξέλιξη των εναλλακτικών συστημάτων πεποίθησης. Ο Rafael Di Tella του Χάρβαρντ έδειξε ότι ο θεμελιώδης καθοριστικός παράγοντας των επιλογών της δημόσιας πολιτικής είναι οι πεποιθήσεις του κοινού. Σε χώρες όπου οι άνθρωποι θεωρούν τους φτωχούς άτυχους, θέλουν αναδιανομή, ενώ όπου τους θεωρούν ως τεμπέληδες, όχι. Όπου οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι επιχειρήσεις είναι διεφθαρμένες, θέλουν περισσότερη ρύθμιση, και, με αρκετή ρύθμιση, οι μόνες επιτυχημένες επιχειρήσεις είναι οι διεφθαρμένες. Έτσι, οι πεποιθήσεις μπορεί ακόμη και να είναι αυτο-διαιωνιζόμενες.
 
Σκεφτείτε τον Donald Trump, τον Ρεπουμπλικάνο προεδρικό υποψήφιο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τον ίδιο και πολλοούς υποστηρικτές του, οι ΗΠΑ καθοδηγούνται από ανθρωπάκια που γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από πανούργες ξένες δυνάμεις, μεταμφιεσμένες σε συμμάχους. Το ελεύθερο εμπόριο είναι μια "μεξικάνικη εφεύρεση" για να κλέψει αμερικανικές θέσεις εργασίας. Η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι μια φάρσα που επινόησε η Κίνα για να καταστρέψει την αμερικανική βιομηχανία.
 
Από αυτό προκύπτει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να σταματήσουν να παίζουν ηγετικό ρόλο στη δημιουργία μιας λειτουργικής παγκόσμιας τάξης που θα βασίζεται στις οικουμενικές αξίες και κανόνες, και αντίθετα να χρησιμοποιήσουν την εξουσία τους για να εξαναγκάσουν τους άλλους σε υποταγή. Σύμφωνα με αυτό το παράδειγμα, όπως υποστήριξε ο Joseph Nye του Χάρβαρντ, αυτό θα σήμαινε τη μονομερή καταστροφή της πιο σημαντικής πηγής «έξυπνης» δύναμης της Αμερικής. Όμως, σύμφωνα με την κοσμοθεωρία του Trump, αυτό θα ήταν ένα βήμα προς τα εμπρός.
 
Σχεδόν το ίδιο μπορεί να ισχύει και με την ψήφο του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν οι μετανάστες και οι κανόνες της ΕΕ που πραγματικά εμπόδίζαν την πρόοδο της χώρας, πράγμα που σημαίνει ότι το Brexit θα ανοίξει τον δρόμο για μεγαλύτερη ευημερία; Ή μήπως η οικονομική ύφεση από την ψηφοφορία και μετά αποτελεί ένδειξη του πόσο πολύτιμη ήταν η ολοκλήρωση και η ελεύθερη κυκλοφορία των Ευρωπαίων για τη ζωτικότητα του ίδιου του Ηνωμένου Βασιλείου;
 
Ο κίνδυνος που η Βενεζουέλα καταδεικνύει - και που η Βρετανία μπορεί σύντομα να καταδείξει επίσης - είναι η ζημιά που μπορεί να επιφέρουν τα δυσλειτουργικά συστήματα πίστης στην εθνική ευημερία. Ενώ η συγκεκριμένη Τσαβιστική πίστη που κατέστρεψε τη Βενεζουέλα πιθανότατα θα καταλήξει να καταρρεύσει κάτω από το βάρος της δικής της κατακλυσμιαίας αποτυχίας, το μάθημα για τους άλλους είναι το πόσο κοστίζει η υιοθέτηση ενός δυνητικά δυσλειτουργικού συστήματος πεποιθήσεων. Όταν πρόκειται για χονδρικές μετατοπίσεις σε υποδείγματα πίστης, η Βενεζουέλα δείχνει πόσο δυσβάσταχτα μπορούν να αποδειχθούν τέτοια πειράματα.





© 1995-2016 Project Syndicate
 
πηγή: project-syndicate σε απόδοση στα Ελληνικά από το blog. Η επιλογή της φωτογραφίας πάλι του blog 

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Είναι η Ιδεολογία που φρενάρει Ανόητε ! (του Κωνσταντίνου Σοφούλη από τη "Μεταρρύθμιση")

Γιάννης-Γαΐτης.-Οι-Πολεμιστές

Παγιδευτήκαμε σε μια υποθετική συζήτηση για την διαδικασία αναθεώρησης του συντάγματος που πέταξε στην δημοσιότητα ο Τσίπρας και στη βιασύνη μας δεν καταλάβαμε τον πραγματικό σκοπό του. Γιαυτό και αντιδράσαμε σε λάθος ζήτημα, είναι η γνώμη μου. Ο Τσίπρας βασικά σκοπεύει στην επιβολή μιας  μακρόσυρτης διαδικασίας ιδεολογικής ζύμωσης όπως τον συμφέρει και δευτερευόντως μόνο σε αναθεώρηση του Συντάγματος. Το δεύτερο ξέρει από την αρχή ότι δεν του «βγει» ενώ στο πρώτο αισθάνεται την άνεση του λαϊκιστή που πιστεύει ότι έχει προνομιακή σχέση με τον «λαό» του. Κεντρικός στόχος του είναι η επιβολή με τον επισημότερο τρόπο μιας καταναγκαστικής ιδεολογικής ζύμωσης, όπου το ίδιο το Κράτος θα παρέχει τα μέσα και τα κίνητρα, από την οποία περιμένει σοβαρά πολιτικά οφέλη και δευτερευόντως, «άμα λάχει», θα ήθελε να πετύχει και αναθεωρήσεις που συμβαδίζουν με την ζητούμενη ιδεολογία. Είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται το κρατικό δίκτυο για ιδεολογική ζύμωση και αυτό οφείλουμε να το επισημάνουμε ως μία ακόμη απόδειξη του καθεστωτικού χαρακτήρα της Συριζαίικης διακυβέρνησης.  Η ιδεολογία είναι φίλοι μου, και όλα τα άλλα έπονται. Γιατί ο Τσίπρας και οι όμοιοί του ξέρουν πολύ καλά την δύναμή της. Η κομμουνιστογενής  αριστερά στο μόνο που αποδείχτηκε ασυναγώνιστη είναι η διαμόρφωση μιας ευρείας ιδεολογικής ηγεμονίας, άσχετα αν βασίζεται σε «ψευδή συνείδηση» που μοχλεύει ιστορικά ψεύδη. Αυτή η ηγεμονική ιδεολογία, με την μορφή πλέον του εθνικολαϊκισμού, ήταν το μεγάλο κατατεθειμένο κεφάλαιο της κομμουνιστογενούς αριστεράς που τώρα της έδωσε τους τόκους μαζεμένους όταν τα αστικά κόμματα αποδείχτηκαν ανίκανα να κρατήσουν τη χώρα σε επίπεδο ευρωπαϊκής ομαλότητας.

Το συζητούμε συχνά πυκνά μεταξύ μας, αλλά δεν το μεταφράζουμε σε συγκροτημένη και πρακτική πολιτική αντίδραση, ότι δηλαδή επικρατεί σήμερα μια οφθαλμοφανής ηγεμονεύουσα ιδεολογία με ξεκάθαρα εθνικολαϊκιστικό προσανατολισμό, την οποία τα πολιτικά κόμματα του δημοκρατικού τόξου διαχειρίζονται ως μεσο-βραχυπρόθεσμα δεδομένη και ανυπέρβλητη όταν προσπαθούν να προωθήσουν την δική τους πολιτική ατζέντα.  Όμως, αυτή ακριβώς η ατζέντα, ας πούμε η σοσιαλδημοκρατική, είναι δύσκολο να διεισδύσει στο εκλογικό σώμα ενόσω αυτό διακατέχεται από την ιδεολογία του εθνικολαϊκισμού. Είναι σα να μιλούμε σε βουλωμένα αυτιά. Είναι τραγικό λάθος που η σοσιαλδημοκρατία δεν αποφασίζει να δώσει ταυτόχρονα την ιδεολογική της μάχη μαζί με το πολιτικό της πρόγραμμα. Γιατί η ιδεολογία θέλει χρόνο και κόπο για ν’ αλλάξει, ώστε όσο την αφήνουμε στην άκρη ως  αναγκαίο κακό τόσο θα γίνεται δυναμικός αντίπαλος σε κάθε σοσιαλδημοκρατικό πολιτικό κήρυγμα. Δυστυχώς, όμως, αντί να την διαχειριστούμε  για να την αλλάξουμε, υποκύπτουμε κατά κανόνα στη γοητεία της επικαλούμενοι λόγους πραγματισμού. Γινόμαστε κι εμείς «λιγάκι» εθνικολαϊκιστές πιστεύοντας ότι έτσι θα μας ακούσουν περισσότεροι και ευκρινέστερα.  Πώς μπορούμε να πάμε κόντρα στο ρεύμα; λένε μερικοί. Έτσι, όμως, ρίχνουμε νερό στον μύλο εκείνης ακριβώς της ιδεολογίας που κάνει το εκλογικό σώμα να αντιστέκεται στις όποιες προσπάθειες εξορθολογισμού της πολιτικής ζωής μας.

Σε άλλους πάλι υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι τον εθνικολαϊκισμό μπορούμε να τον υπερπηδήσουμε με απ’ ευθείας επίκληση του ορθολογισμού του εκλογικού σώματος και με όπλο τις πολιτικές, στην κυριολεξία οικονομικές κατά βάση, προτάσεις και δράσεις. Είναι η ψευδαίσθηση της «εν τοις πράγμασι καταπολέμησης» του εθνικολαϊκισμού με πολιτικές που αναιρούν την γοητεία του. Μέγα λάθος.  Πρόκειται για μοιραία ψευδαίσθηση των λογοκρατών. Ξεχνούν ότι η ιδεολογία πολεμιέται μόνο με ιδεολογία, αλλιώς δεν θα ήταν ιδεολογία, δηλαδή ψευδής/φαντασιακή αναπαράσταση της πραγματικότητας. Εκτός αν πιστεύουμε στην απλουστευμένη μαρξική εκδοχή και νομίζουμε ότι η εποχή μας, με τις δεδομένες παραγωγικές σχέσεις, ανέχεται μία και μόνη ιδεολογία. Αν, δηλαδή, απαρνιόμαστε τον εγγενή πλουραλισμό των ανοικτών κοινωνιών μας.

Η ευκολία με την οποία γιγαντώθηκε η αντιμνημονιακή μυθοπλασία είναι τρανή απόδειξη για το πώς η ιδεολογία αναμορφώνει την πραγματική εικόνα των πραγμάτων. Ο υφέρπων αντιευρωπαϊσμός, γενικότερα ο αντιδυτικισμός  και ο λαϊκισμός της αριστεράς των «θυμάτων» που προσδοκούν την δικαίωση με έναν τρίτο γύρο, μετέτρεψε σε περίπατο την εγκληματική προσπάθεια του Σαμαρά και του ΣΥΡΙΖΑ να αποδοθεί η κρίση στα μέτρα συμπαράστασης των εταίρων μας και όχι στα οργανικά διαρθρωτικά προβλήματα λειτουργίας του πολιτικού, οικονομικού  και κοινωνικού μας συστήματος. Αυτός ο πλήρης παραλογισμός πέρασε με την μεγαλύτερη ευκολία στο 70% του εκλογικού σώματος όπως δείχνουν οι παρατηρήσεις των ερευνητών και οι σχετικές δημοσκοπήσεις.  Όταν η Δεξιά αποφάσισε να αναστρέψει την πορεία της και να πορευθεί η ίδια τον δρόμο των μνημονίων, ήταν ήδη πολύ αργά. Βρήκε μπροστά της το ίδιο το ιδεολογικό δημιούργημα στο οποίο είχε αποφασιστικά συμβάλει και σύντομα κατέρρευσε, εξ αυτού κυρίως, άσχετα αν το μεγάλο κόστος φορτώθηκε στο «αθώο» από την άποψη αυτή ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ και ο τότε αρχηγός του ο Γιώργος Παπανδρέου, αντί να αναχθεί σε σωτήρα από την άτακτη χρεωκοπία, έγινε αποδιοπομπαίος τράγος ως τάχαμου αίτιος της κρίσης. Χωρίς την παντοδυναμία της ηγεμονεύουσας ιδεολογίας τέτοια στρεψοδικία θα ήταν λογικά αδύνατη.

Η ηγεμονεύουσα ιδεολογία είναι σήμερα, προφανέστατα, το μεγαλύτερο εμπόδιο σε κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια και σε κάθε προσπάθεια αναστροφής της καταστροφικής κατάρρευσης. Ακόμη και αν, κάτω από την αδήριτη αναγκαιότητα ορισμένων πολιτικών, το εκλογικό σώμα στέρξει να περιορίσει τις αντιδράσεις του, η ιδεολογία θα παραμείνει αλώβητη, όπως αλώβητη και ολοζώντανη παρέμεινε η προσδοκία του τρίτου γύρου ακόμη και όταν το κομμουνιστικό σύστημα κατέρρευσε παγκοσμίως. Αν δεν το καταλάβουν αυτό οι πολιτικοί σχεδιαστές του σοσιαλδημοκρατικού και μεταρρυθμιστικού τόξου, ο όποιος αγώνας τους θα βαδίζει πάνω σε κινούμενη άμμο που σύντομα θα τους εκπλήξει με τις δίνες της. Πρέπει να γίνει τάχιστα κατανοητό, ότι η φαινομενική αποδοχή από την κουρασμένη κοινωνία της νέας κατάστασης είναι μόνο επιφανειακή. Στο βάθος η ηγεμονεύουσα ιδεολογία υπαγορεύει την προσδοκία πώς τα πράγματα τελικά θα ανατραπούν συμφώνα με το δικό της θυμικό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο αυτό που ήδη ψιθυρίζεται ανάμεσα σους πιστούς ακόμη στο συριζαίικο όραμα: «Μόλις τελειώσουν τα μνημόνια, να δεις που ο Τσίπρας θα εφαρμόσει το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης».  Δεν απέχει πολύ από την παλαβή Μεγάλη Ιδέα που αιώνες μετά την άλωση, μας ψιθυρίζει ότι πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δικά μας θα’ ναι.

Το κύριο χαρακτηριστικό  της εθνικολαϊκίστικης ιδεολογίας είναι η ρηγματική άρνηση κάθε εμπιστοσύνης στις κοινωνικές ελίτ. Αρνούμενοι την εμπιστοσύνη στις ελίτ αρνούμαστε στην ουσία την εμπιστοσύνη μας στα ιστορικά δεδομένα και έτσι ανοίγουμε την πόρτα στις ανορθολογικές ερμηνείες και προσδοκίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της στρεβλής σχέσης της εθνικολαϊκιστικής ιδεολογίας με την σκληρή πραγματικότητα είναι η ελαφρά τη καρδία επαναλαμβανόμενη παραδοξολογία, ότι «οικονομία  δεν είναι οι αριθμοί, αλλά οι άνθρωποι». Μια κενολογία που όμως θέλγει μάζες ολόκληρες.  Οι σχετικές δημοσκοπήσεις δείχνουν περίτρανα ακόμη χειρότερα και τον σχιζοειδή παραλογισμό που επικρατεί περίπου στα δύο τρίτα της κοινωνίας, και ο οποίος οδηγεί στην επίδειξη εμπιστοσύνης κυρίως σε μη αιρετούς θεσμούς, ενώ οι αιρετοί θεσμοί πατώνουν, παρότι έλκουν την νομιμοποίησή της από τα ίδια υποκείμενα που εκφράζουν την κρίση τους για το σε ποιους έχουν εμπιστοσύνη. Αλλά η κρίση εμπιστοσύνης στις ελίτ δεν θα σταματάει εκεί. Υπάρχει μια κραυγαλέα αμφισβήτηση της αυθεντίας των επιστημόνων, κυρίως τον κοινωνικών (οικονομολόγοι, πολιτικοί επιστήμονες, κοινωνιολόγοι) τους οποίους η κοινωνία στην πλειονότητά της αμφισβητεί το κύρος καταλογίζοντας αδυναμία πρότασης αποτελεσματικών λύσεων και κραυγαλέα ανικανότητα πρόγνωσης. Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η κατάσταση;

Στην ουσία η κοινωνία  αρνείται τις υπηρεσίες του κοινωνικού κεφαλαίου της! Οι δημοσκοπήσεις κραυγάζουν πλέον ότι παράλληλα με την οικονομική και θεσμική κρίση η κοινωνία μας αντιμετωπίζει και κρίση κοινωνικού κεφαλαίου που συστηματικά απαξιώνεται  από τις ιδεολογικές υπερβασίες του κοινού και των ινστρουχτόρων του. Ποιος μεριμνά γιαυτό; Όταν μια κοινωνία δίνει μεγαλύτερη πίστη σε ένα ημιαγράμματο σύντροφο Παππά από τον μεστό επιστημονικό λόγο του Διοικητή Στουρνάρα,  τότε η κοινωνία αυτή οδεύει στην βέβαιη περιθωριοποίησή της.
Είναι φανερό ότι υπάρχει ανεπίτρεπτο έλλειμμα ιδεολογικής ζύμωσης από την πλευρά των μεταρρυθμιστών και της σοσιαλδημοκρατίας. Μπορεί κάτι να γίνει;  Η λογική απάντηση είναι,  ότι κάτι που πρέπει να γίνει φορτώνει αυτονόητα την ευθύνη να το κάνουν οι δομές που επαγγέλλονται την συγκρότηση του αντίστοιχου πολιτικού χώρου. Δεν είναι δυνατόν να εξαντλείται όλη η δυναμική του χώρου σε συζητήσεις και διαπραγματεύσεις πολιτικής οργάνωσης και σε εξαγγελίες δεοντολογικών προγραμμάτων πολιτικής δράσης, όταν όλα αυτά στο ευρύ κοινό μένουν ξένα επειδή αυτό έχει άλλες ιδεολογικές παρωπίδες. Με λίγα λόγια, χρειάζεται πολλή, εντατική  και καλοσχεδιασμένη ιδεολογική κριτική και αντεπίθεση για να στρωθεί ο δρόμος της προσέγγισης με το ευρύ μας κοινό. Αλλιώς θα ακούμε μόνο εμείς την ηχώ και τις αντηχήσεις της δικής μας φωνής. Η ευκαιρία που δίνει το «κόλπο» του Τσίπρα για την συνταγματική αναθεώρηση είναι πολύ καλή ευκαιρία για μια τέτοια εκστρατεία ιδεολογικής ανατροπής. Αλλά γιαυτό θα μιλήσουμε σε επόμενο κείμενό μας.

πηγή: metarithmisi.gr
Η εικόνα που συνοδεύει το κείμενο είναι επιλογή του blog. 

Ψυχολογικές παράμετροι του πραξικοπήματος στην Τουρκία (του Χρίστου Χ. Λιάπη* από το europeanbusiness.gr)

Για αυτό άλλωστε ειπώθηκε από τον ποιητή πως "θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία"

Τι είναι αυτό, κ. Λιάπη, που μετατρέπει έναν, μέχρι πριν λίγα λεπτά της ώρας, απλό, ανώνυμο και πιθανότατα φιλήσυχο πολίτη, σε ήρωα; Τι τον κάνει μάρτυρα, έτοιμο να αυτοθυσιαστεί; Να θυσιαστεί εκείνος, όχι υπέρ ενός προσφιλούς του προσώπου, αλλά υπερασπιζόμενος μια ιδέα, μια ιδεολογία, την αξία της ελευθερίας, ή ακόμη και ένα πολιτικό καθεστώς. 
Συνήθως, είμαστε προδιατεθειμένοι να θυσιαζόμαστε για άτομα με τα οποία φέρουμε κοινό γενετικό υλικό, δηλαδή για τα παιδιά μας ή για τους στενούς μας συγγενείς. Όταν πρόκειται για την προστασία της ζωής ή της ακεραιότητάς τους, τότε το θεμελιώδες ένστικτο της αυτοσυντήρησης δύναται να περάσει σε δεύτερο πλάνο εσωτερικής ιεράρχησης. 

Για αυτό και οι αρετές του αλτρουισμού και της υπεράσπισης της ελευθερίας του συνόλου αποκτούν άλλες ποιότητες όταν κάποιος δεν διστάζει να διακινδυνεύσει ακόμη και την ίδια του τη ζωή προς χάριν του κοινού συμφέροντος, θέτοντάς την στην υπηρεσία της προάσπισης της ελευθερίας και της ευψυχίας των "πολλών". Για αυτό άλλωστε ειπώθηκε από τον ποιητή πως "θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία". 

Γιατί ακόμη και ο γονιός που θυσιάζει τη ζωή του προστατεύοντας -για παράδειγμα- το παιδί του από μια πυρκαγιά, εμφορείται ασυνείδητα και από το ναρκισσιστικό κίνητρο της "διάσωσης" των γονιδίων του και της διαιώνισής τους. 

Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με τον διαδηλωτή που ξαπλώνει -πάλι δίκην παραδείγματος- μπροστά στο επελαύνον τεθωρακισμένο ή με τον πολιτικό ακτιβιστή που παραμένει στη θέση του ενώ τριγύρω πέφτουν πυροβολισμοί. Εκείνη την ώρα αγωνίζεται για κάτι υψηλότερο από τη βιολογική και γονιδιακή του ατομικότητα ή οικογενειοκεντρικότητα. Αυτό είναι που καθιστά, πραγματικά μεγαλειώδεις αυτές τις στιγμές. Στιγμές που ανήκουν αποκλειστικά σε -φαινομενικά- απλούς καθημερινούς ανθρώπους, οι οποίοι, αίφνης, μετατρέπονται σε ήρωες. 
«ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΟΥΣ ΔΥΣΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΟΥΣ» 

Δεν πρέπει, όμως, να θεωρήσουμε πως γυρνά μέσα τους κάποιος μαγικός διακόπτης που τους μεταλλάσσει ξαφνικά από φιλήσυχους πολίτες σε μάρτυρες μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας, ενός πολιτικού καθεστώτος ή ενός δεδομένου αξιακού συστήματος. 
Για να κατανοήσουμε τη βαθύτερη ποιότητα αυτών των πράξεων αντίστασης, θα πρέπει να έχουμε στον νου μας αυτό που είχε πει ο μεγάλος αγωνιστής και μάρτυρας της ελευθερίας Martin Luther King, σε μία από τις μνημειώδεις ομιλίες του, πως "το μέλλον ανήκει στους δυσπροσάρμοστους" ("future belongs to the maladjusted"). Σε εκείνους, δηλαδή που στην καθημερινότητά τους ξεφεύγουν από την πεπατημένη που διαμορφώνουν οι εκάστοτε κοινωνικές νόρμες. 

Χωρίς να μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα και προσπαθώντας να αποφύγουμε τις αυθαίρετες γενικεύσεις, μπορούμε να υπογραμμίσουμε την υψηλή πιθανότητα όλοι όσοι δεν διστάζουν να θυσιάσουν τη ζωή τους για έναν υψηλό σκοπό ή δημοκρατικό ιδανικό, παρά την επιφαινόμενη φυσιολογικότητα την οποία μπορεί να παρουσιάζουν στην καθημερινότητά τους, να εμφορούνται από χαρακτηριολογικά στοιχεία και από ψυχολογικές ποιότητες που τους διαφοροποιούν από τον συμπεριφορικο-κοινωνικό μέσο όρο. 

Πρόκειται για αυτήν, ακριβώς, την αντιδιαστολή που προτάσσει τόσο εύστοχα στο βιβλίο του "The Inverse Law of Sanity" ("O Αντίστροφος Νόμος της Λογικότητας") ο Καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου του Tufts Nassir Ghaemi, με τον οποίο είχα τη χαρά και την τιμή να συνεργαστώ κατά τη διάρκεια της ιατρικής μου ειδίκευσης στη Βοστώνη. Είναι η αντιδιαστολή ανάμεσα στους "ομόκλιτους" (homoclites) και τους "δυσπροσάρμοστους" (maladjusted). 

Ανάμεσα σε αυτούς που στην καθημερινότητά τους ακολουθούν τον κοινό κανόνα (κλίτος, εξ ου και "ομόκλιτοι") και ανάμεσα σε εκείνους που διαφέρουν ως προς συγκεκριμένες συναισθηματικές ποιότητες οι οποίες τους καθιστούν δυσπροσάρμοστους στην κοινωνική αδικία, την πολιτική αυθαιρεσία, την παραβίαση της ελευθερίας ή την καταπίεση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Σπάνια θα δούμε κάποιον πρωταγωνιστή ηρωικών πράξεων αντίστασης να προέρχεται από την ομάδα των ομοκλίτων. Ομόκλιτοι ήταν, για παράδειγμα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι πολίτες της Γερμανίας του μεσοπολέμου. 

Όπως αναφέρει στο βιβλίο της "The Banality of Evil", η Hannah Arendt, οι Γερμανοί που ανέδειξαν, ακολούθησαν και συνεργάστηκαν με το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ, δεν ήταν ψυχικώς ιδιαίτεροι, αλλά τουναντίον επρόκειτο για απλούς καθημερινούς ανθρώπους οι οποίοι δεν αντιστάθηκαν στον ψυχικώς διαταραγμένο ηγέτη τους, γιατί δεν εμφάνιζαν τις εσωτερικές εκείνες ποιότητες που θα τους καθιστούσαν δυσανεκτικούς στον ναζιστικό παραλογισμό και δυσπροσάρμοστους στην κοινωνική και ψευδο-αξιακή κανονικότητα που αυτός προσπαθούσε να συστηματοποιήσει και να εγκαταστήσει εν μέσω των χιτλερικών θηριωδιών. 

Όσοι εθελοτυφλούν απέναντι στην καθημερινή κοινωνική, πολιτική και οικονομική αδικία, μπορεί μεν να διατηρούν τη φυσιολογικότητα της συμπεριφοράς τους, όταν οι συνθήκες είναι ομαλές, αλλά σε περιόδους κρίσεως, μετατρέπονται σε απλά πολιτικά παρακολουθήματα των αυθαιρεσιών της εξουσίας. Γίνονται οι θλιβεροί και πειθήνιοι ακόλουθοι της φρίκης, ενώ οι μπροστάρηδες των ηρωικών πράξεων αντίστασης προκύπτουν από εκείνους που και επί αδιατάρακτων πολιτικών και ιστορικών δεδομένων αρνιόνταν την πλήρη ένταξη στις φυσιολογικές νόρμες του κοινωνικού συμβιβασμού. Αυτοί είναι που όταν η συγκυρία το απαιτήσει, μπορεί να μετατραπούν σε ηρωικές μορφές αντίστασης. 
ΗΡΩΑΣ ΚΑΙ «ΜΑΡΤΥΡΑΣ»-ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ 

Κάποιος θα μπορούσε να παραλληλίσει τον άνθρωπο που στέκεται μπροστά από τις ερπύστριες κινδυνεύοντας να γίνει μάρτυρας, με εκείνον που επιδιώκει να περάσει στην ιστορία ως «μάρτυρας» ζωσμένος με εκρηκτικά στο σώμα ...και το μυαλό, τα οποία πυροδοτεί στο όνομα του φανατισμού. Προφανώς όμως υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των δύο... 
Βεβαίως και υπάρχει απόσταση, την οποία ορθώς πράττετε και την επισημαίνετε. Καταρχήν, ουσιαστικό σημείο διάζευξης αποτελεί το γεγονός πως αυτός που πυροδοτεί τα εκρηκτικά με τα οποία είναι ζωσμένος, το κάνει μεν στο όνομα της κοντόφθαλμα μονοδιάστατης θρησκευτικής ή ιδεολογικής του πίστης, επιδιώκει, όμως, ξεκάθαρα τη φυσική εξόντωση αυτών που θεωρεί "εχθρούς" του. Συνήθως, μάλιστα, πρόκειται για αθώους πολίτες οι οποίοι απλώς πληρώνουν το άδικο τίμημα της ετερότητάς τους ως προς τον φανατικό δράστη. Αντίθετα, αυτός που ξαπλώνει μπροστά στις ερπύστριες διακυβεύει τη ζωή του και τη σωματική του ακεραιότητα, αλλά δεν απειλεί τη ζωή κανενός άλλου. 

Χωρίς να θέλουμε να απομειώσουμε το αξιακό μέγεθος των πράξεων αντίστασης των άοπλων πολιτών που μετατρέπονται σε ανθρώπινα οδοφράγματα μπροστά στα τανκς, ούτε να προσδώσουμε ψυχοπαθολογική επικάλυψη στην ανανδρεία και τη φρικαλεότητα των επιθέσεων αυτοκτονίας, μπορούμε να επισημάνουμε έναν κοινό παρονομαστή και αυτός δεν είναι άλλος από την αυτοκαταστροφική διάσταση που στον μεν βομβιστή λαμβάνει καθαρά αυτοκτονικούς (μαζί με τους ετεροκαταστροφικούς) χαρακτήρες, στον δε προσφέροντα το κορμί του βορά στην ερπυστριοφόρο αυθαιρεσία της όποιας εξουσίας, ενέχει τα στοιχεία της παρααυτοκτονικής συμπεριφοράς. Μιας συμπεριφοράς, δηλαδή που θέτει σε άμεσο κίνδυνο την προσωπική ύπαρξη, χωρίς όμως να στρέφεται ευθέως εναντίον της. 

Σημαντικό ρόλο, σίγουρα παίζει και το κοινό μουσουλμανικό θρησκευτικό υπόβαθρο το οποίο ταυτίζει την αυτοθυσία με μεταθανάτιο παραδεισένια επιβράβευση. Δεν είναι όμως κατάλληλο αυτό το σημείο για να αναρωτηθούμε περί της φανερής ή συγκεκαλυμμένης αυτοκτονικότητας που εμφιλοχωρεί στις πράξεις προάσπισης ή προβολής μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας. 

Άλλωστε, όπως έγραψε και ο Αλμπέρ Καμύ στον «Επαναστατημένο Άνθρωπο», "Τον καιρό της άρνησης ήταν ίσως χρήσιμο να αναρωτιόμαστε σχετικά με το πρόβλημα της αυτοκτονίας. Στον καιρό των ιδεολογιών πρέπει να ρυθμίσουμε τη δράση μας σύμφωνα με το έγκλημα». Κάπως έτσι αυτορρυθμίστηκαν οι κοινωνικοπολιτικές και στρατιωτικές δράσεις και αντιπαλότητες στην Τουρκία, τη νύχτα του πραξικοπήματος. 
Ο ΠΑΝΙΣΧΥΡΟΣ ΑΟΠΛΟΣ 

Αν η περίπτωση της Τιεν Αν Μεν είναι η πρώτη στα χρονικά (καταγεγραμμένη τουλάχιστον από το φωτογραφικό φακό), περίπτωση αντίστασης με τον τρόπο αυτό, υπάρχει ενδεχόμενο η επανάληψή της (όπως στην περίπτωση της Τουρκίας) να ενέχει και το σπέρμα του μιμητισμού, με μια αδιόρατη βεβαιότητα ότι ο οδηγός του άρματος θα σταματήσει, όπως συνέβη στην κινεζική πλατεία; 
Όλες οι περιπτώσεις παθητικής αντίστασης απέναντι σε στρατιωτικά, πολιτικά, ιδεολογικά, οικονομικά και αποικιοκρατικά πραξικοπήματα, όλες δηλαδή οι πράξεις όπου ο καταπιεζόμενος και ο αδικημένος δεν προσφεύγει στην ένοπλη βία ενάντια στον αυθαιρετούντα δυνάστη του, αλλά αντίθετα προσφέρει εθελουσίως τον εαυτό τους θυσία, ως ύψιστη πράξη αλτρουιστικής υπεράσπισης της ελευθερίας του συνόλου, εμπεριέχουν το ιδεολογικό σπέρμα της "ριζοσπαστικής ενσυναίσθησης". Της αναφερόμενης στην ξενόγλωσση βιβλιογραφία ως "radical empathy". 

Μιας εσωτερικής ψυχολογικής και πολιτικής ποιότητας την οποία πραγμάτωσε πρώτος ο Μαχάτμα Γκάντι με τον φιλειρηνικό του αντιαποικιοκρατικό αγώνα ενάντια στους Άγγλους δυνάστες των Ινδιών. Όταν, παρά τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή των αιτούμενων την ανεξαρτησία τους Ινδών, προτίμησε να προσφέρει το σώμα του βορά στην απίσχνανση της απεργίας πείνας, προκειμένου να στείλει ένα ακαταμάχητα ηχηρό αλλά έμπλεο φιλειρηνισμού και αλληλεγγύης μήνυμα. 

Ως ενσυναίσθηση ορίζεται η ικανότητά μας να καταλαβαίνουμε τον συνάνθρωπό μας, να μπαίνουμε, δηλαδή, στη θέση του άλλου. Για αυτό και στο πολιτικό πεδίο, ριζοσπαστικά ενσυναισθητικός είναι εκείνος που ακριβώς επειδή μπορεί να μπει στη θέση και στο μυαλό του αντιπάλου του καταλαβαίνει πως αυτός που αυθαιρετεί, αυτός που καταπιέζει, αυτός που καταφεύγει στην ωμή βία για να χαράξει και να προστατεύσει διαχωριστικές γραμμές πολιτικού, ρατσιστικού ή θρησκευτικού διαχωρισμού, το κάνει επειδή στην ουσία φοβάται. Με την παθητική αντίσταση, σταματάς να εκτρέφεις τον αυτοτροφοδοτούμενο φόβο του δυνάστη σου. 

Έτσι, η αυθαιρετούσα εξουσία μένει χωρίς τη δυνατότητα να προβάλλει τον φόβο της στους "άλλους". Ξαφνικά, ο εχθρικός "Άλλος", που στις περιπτώσεις των πραξικοπημάτων είναι ο δημοκρατικά εκφραζόμενος λαός, ενώ στις περιπτώσεις των φυλετικών ή ρατσιστικών διαχωρισμών είναι οι χρονίως αδικούμενες και καταπιεζόμενες κοινωνικές ομάδες, απεκδύεται οικειοθελώς κάθε απειλητικό συμβολισμό. 

Στέκεται άοπλος μπροστά στο τανκ και μπροστά στα πυροβόλα του, ανίκανος να απειλήσει, αλλά έτοιμος να θυσιαστεί και για αυτό γίνεται, ουσιαστικά πανίσχυρος, καθώς παύει πλέον να λειτουργεί ως δαιμονοποιημένη εξεικόνιση των φοβιών της πάνοπλης απολυταρχίας. Αυτός είναι και ο λόγος που το τανκ σταμάτησε στην Τιεν Αν Μεν. Εκεί, λοιπόν, ερίζουν ασυνείδητα οι απανταχού διαχρονικοί μιμητές του Κινέζου φοιτητή της "Πλατείας της Ουράνιας Γαλήνης" την αδιόρατη βεβαιότητά τους πως το τανκ, τελικώς, θα σταματήσει. 
«ΠΡΑΞΙΑΚΟΣ ΜΙΜΗΤΙΣΜΟΣ» 

Από εκεί και πέρα, σε ένα "Παγκόσμιο Χωριό", όπως έχει καταστεί προ πολλού ο πλανήτης μας, με τον καταιγιστικής ροής βομβαρδισμό της πολιτικής και συμπεριφορικής μας αισθητηριακότητας από πληθώρα ψηφιακών εικόνων, οι οποίες προέρχονται από όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου αλλά και από όλo το φάσμα των νεότερων ιστορικών χρόνων, είναι εύλογο ο ιδεολογικός και πραξιακός μιμητισμός να παίζει τον ρόλο του στην πανομοιοτυπία πολλών πράξεων αντικαθεστωτικού ηρωισμού (ή έστω προσωπικής αντιστασιακής ριψοκινδύνευσης) οι οποίες αναγνωρίζουν -συνειδητά ή ασυνείδητα και συνάμα συμβολικά ή ασυμβολοποίητα- το αφετηριακό τους ορόσημο στη διάσημη κινεζική πλατεία η οποία μετατράπηκε διαχρονικώς, από τοπωνυμιακό συνώνυμο της εξέγερσης των Κινέζων φοιτητών απέναντι στο κομμουνιστικό καθεστώς σε παγκόσμιο σύμβολο αντίστασης απέναντι σε κάθε μορφής απολυταρχία. 
ΑΟΠΛΗ ΑΥΤΟΘΥΣΙΑ ΚΑΙ ΦΙΛΟΚΑΘΕΣΤΩΤΙΚΟ ΛΙΝΤΣΑΡΙΣΜΑ 

Επιπρόσθετα θα αποτολμούσα μία ακόμη πιο «προχωρημένη», ίσως και διαστροφική ερώτηση: Με την άνθηση των media και των social media, τέτοιες πράξεις γίνονται ευρύτατα γνωστές με αποτέλεσμα (ίσως λέω...), ενώ οι αυτουργοί ηρωποιούνται οι πράξεις τους απομυθοποιούνται. Γινόμενες λοιπόν πιο «προσιτές», μήπως παρασύρουν (συνειδητά ή ασυνείδητα) πιο εύκολα απλούς ανθρώπους σε μιμήσεις με έπαθλο τον ηρωισμό και ότι αυτό συνεπάγεται, δηλαδή, αναγνωρισιμότητα, δημοφιλία, δόξα ή και υλικό ή άλλο όφελος ενδεχομένως...

Οπωσδήποτε, η ανάπτυξη των μέσων μαζικής ενημέρωσης αλλά και η πολλαπλάσια διάδοση των ψηφιακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο πρόσκτησης, επεξεργασίας και (κατά κυριολεξία, εκ του αγγλικού information) ενσωμάτωσης της κάθε είδους πληροφορίας, είτε αυτή αφορά στην ατομικότητα των διαδικτυακών μας φίλων, ακολούθων και ακολουθουμένων, είτε αυτή αφορά στη συλλογικότητα κοινωνικών ομάδων ή και εθνών. Ο προαναφερθείς μιμητισμός, βρίσκει, λοιπόν πράγματι πρόσφορο, ηλεκτρονικώς και πολυπλοκάμως διασυνδεόμενο έδαφος για την ανάπτυξή του στις οθόνες και στα πληκτρολόγια των υπολογιστών, των tablets και των κινητών μας. 

Έτσι, προκύπτει ο ψηφιακός ευτροφισμός ενός διαδικτυακού μιμητισμού. Καλλιεργείται η ναρκισσιστική πανομοιοτυπία του διαδικτύου, καθώς όλοι θέλουμε, επιχειρούμε και -το χειρότερο- αισθανόμαστε πως πρέπει να μοιάσουμε σε όλους και σε όλα, ενώ αναφύεται μία υπολανθάνουσα αλλά εντονότατα πιεστική παρόρμηση του "ανήκειν" (σε συγκεκριμένες ομαδοποιήσεις) και του "συμμετέχειν" (σε όλα τα θεωρούμενα σημαντικά γεγονότα). Ας μην ξεχνούμε πως και ο Ερντογάν, μέσω της εφαρμογής του FaceTime κάλεσε τους οπαδούς του να αντισταθούν, μετουσιώνοντας κυριολεκτικά έναν άυλο προσωπο-χρόνο σε εμπράγματη και μαζική κινηματική πράξη αντίστασης. 

Κάτι ανάλογο είδαμε να γίνεται και στην περίπτωση της Αραβικής Άνοιξης. Υπό αυτό το πρίσμα, το εσώτερο κίνητρο της (εντός ή και εκτός των εισαγωγικών) δημοκρατικής αντίδρασης πολλών από τους διαδηλωτές θα μπορούσε να είναι η πρόσκτηση ψηφιακής ή και τηλεοπτικής δημοφιλίας και αναγνωρισιμότητας. Δεν είναι όμως αυτή η μόνη παγίδα στην οποία κινδυνεύουμε να πέσουμε από μία επί πολλής ερμηνευτική προσέγγιση των όσων έλαβαν χώρα στην Τουρκία τη νύχτα του οπερετικού στην εκτέλεσή του (όπως αποδείχθηκε) πραξικοπήματος. 

Οι μιντιακές και διαδικτυακές στρεβλώσεις της πληροφορίας, της πραγματικότητας και των επί μέρους γεγονότων που τη συναπαρτίζουν, καιροφυλακτούν πάντα, ιδιαίτερα στο δημοκρατικώς θολερό και (ψηφιακώς) υπό-κινούμενο έδαφος μιας πολιτικοστρατιωτικής συγκυρίας όπου τα όρια και οι ρόλοι του αυθαιρετούντος δυνάστη και του αόπλου διαδηλωτή συγχέονται και συνέχονται εύκολα, όπως συνέβη το βράδυ της 15ης Ιουλίου στη γείτονα. 

Άλλωστε, μαζί με τις εικόνες άοπλης αυτοθυσίας των πολιτών μπροστά στις τεθωρακισμένες μονάδες της πραξικοπηματικής κίνησης, είδαμε και αρκετούς φιλο-Ερντογανικούς διαδηλωτές να λιντσάρουν, να εξευτελίζουν και να ποδοπατούν μέχρι θανάτου πολλούς από τους στρατιώτες, τιμωρώντας τους ως ενεργούμενα των πραξικοπηματιών. 

Αυτές οι εικόνες πολύ απέχουν από τις ψυχολογικές και δημοκρατικές ποιότητες της προλεχθείσας "ριζοσπαστικής ενσυναίσθησης" και γεννούν εύλογα ερωτήματα, περί πρόσμειξης των κινήτρων των Ερντογανικών υπερασπιστών της Δημοκρατίας με τις τυφλές ιδεολογικές συνιστώσες του φανατισμού και του προσωπικού ωφελιμισμού που προσβλέπει στην ανταμοιβή του υπερβάλλοντος δημοκρατικού ζήλου από το διατηρούμενο καθεστώς. 

Η αμφίπλευρα ωμή έκφραση της βίας και της επιθετικότητας δεν σώζει ούτε τη Δημοκρατία, ούτε τα προσχήματά της. Η μετουσίωσή της σε υψηλές πράξεις αντιστασιακού αλτρουισμού και δημοκρατικής φιλαλληλίας αποτελεί τον μοναδικό εγγυητή ομαλότητας και ευημερίας, εν μέσω των αντιμαχόμενων ταπεινών ενστίκτων πολιτικής επιβίωσης. 

Γιατί, τα προβλήματα της δημοκρατίας δεν διορθώνονται με βίαιες εκτροπές, αλλά με περισσότερη Δημοκρατία της οποίας μέγιστη αρετή αποτελεί η ικανότητα συγχώρεσης ακόμη και των πιο θανάσιμων εχθρών της. Κάτι που θα είναι χρήσιμο, ωφέλιμο και επιτακτικώς επιβεβλημένο να το κατανοήσει γρήγορα ο κυρίαρχος, πλέον κ. Ερντογάν. 
*Ψυχίατρος και Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών

**πρώτη δημοίευση στην "Ελευθερία" 

πηγή: europeanbusiness.gr