Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Κούτσα – κούτσα… φτάνουμε στα μέτρα μας. Και ύστερα, τι; (του Κωνσταντίνου Σοφούλη από τη "Μεταρρρύθμιση" )

Μήπως ήλθε η ώρα που η κοινωνία μας χρειάζεται ψυχολογική προετοιμασία για την νέα της κατάσταση περισσότερο από κατά συνθήκη ψεύδη για το ξεπέρασμα της κρίσης; Μήπως αναπόφευκτο καθήκον των δημοκρατών είναι να προετοιμάσουν για την αλήθεια της συντριβής τους πολίτες, που μέχρι τώρα βαυκαλίζουν με ελπίδες για σύντομη ανάρρωση; Βάζω το ερώτημα από μια πλευρά κοινωνικής αισιοδοξίας και όχι απελπισίας. Γιατί, ύστερα από μια τραγωδία, η ζωή μπορεί να συνεχιστεί με νέες φιλοδοξίες μόνο αν πιστέψουμε σε ένα νέο όραμα ξεπερνώντας το πένθος για την απώλεια του παλιού. Δεν ωφελεί να συνεχίζουμε τον θρήνο για τον χαμένο παράδεισο. Καιρός να φτιάξουμε τον δρόμο για έναν νεώτερο και ανθεκτικότερο.

Με απλή αριθμητική και χωρίς να χρειάζονται εκζητημένα μακροοικονομικά μοντέλα, η κοινή λογική έλεγε το 2010 ότι η χώρα μας, χρεοκοπώντας, θα έπεφτε αναπόφευκτα σε μια καινούργια γραμμή εκκίνησης που θα ήταν περίπου 25% κατώτερη από το ΑΕΠ της στιγμής της χρεοκοπίας. Ήταν φανερό ότι αυτό θα ήταν το αποτέλεσμα από τον συνδυασμό της μείωσης της εθνικής ζήτησης (δαπάνης) από την διακοπή του εξωτερικού δανεισμού με τις επιπτώσεις του αρνητικού πολλαπλασιαστή που αυτή θα ενεργοποιούσε. Η κατάσταση εξελίσσεται κάπως χειρότερα. Φαίνεται ότι το νέο επίπεδο εκκίνησης μπορεί να είναι τελικά έως και 30% κατώτερο. Εκεί έπεσαν έξω οι υπολογισμοί του ΔΝΤ σε ότι αφορά τις επιπτώσεις του αρνητικού πολλαπλασιαστή. Δεν είχε αντιληφθεί την λειτουργική «ταυτότητα» της ελληνικής κοινωνίας/οικονομίας και είχε υπολογίσει τους συντελεστές του πολλαπλασιαστή με όρους οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, ενώ η ταυτότητα της ελληνικής οικονομίας είχε έντονα χαρακτηριστικά σοβιετικού κρατισμού. Γιαυτό η κατάρρευσή μας μοιάζει περισσότερο με την κατάρρευση των πρώην λαϊκών δημοκρατιών και της τέως σοβιετίας, παρά με την κρίση χωρών όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.

Το πολιτικό σύστημα –σύσσωμο- έδειξε εξ αρχής την ανεπάρκειά του να καταλάβει περί τίνος επρόκειτο και ως εκ τούτου την ανικανότητά του να προτείνει και κυρίως να εφαρμόσει μέτρα ανάταξης της χρεοκοπημένης κοινωνίας μας (κοινωνίας μας, επαναλαμβάνω). Εύλογο. Γιατί πώς να καταλάβει κάποιος τη ζημιά που επί τόσο χρόνια απεργάζονταν; Εκτός αν εξαπατούσε γνωρίζοντας την αλήθεια. Οι μεν κυβερνήσεις με τις λαϊκίστικες πολιτικές τους, η δε αριστερά με την πλειοδοσία της στις πολιτικές αυτές προς την χρεοκοπία κατέτειναν. Σε ότι αφορά το σημείο αυτό, δεν είμαι τόσο βέβαιος ότι το «σύστημα» δεν αντιλήφθηκε την κατάσταση. Μιλώντας εκτός δημοσιότητας με σημαίνοντας παράγοντες όλων των παρατάξεων, εύκολα διαπίστωνε κανείς εξ αρχής, ότι δεν ήταν ανίκανοι να καταλάβουν την απλή αριθμητική του προβλήματος. Τότε, γιατί δεν το έλεγαν δημοσίως ώστε να μη δημιουργούν δεύτερη φάση λαϊκιστικών προσδοκιών τις οποίες πληρώνουμε σήμερα; Η απάντηση είναι απλή όσο και κυνική: Η ανειλικρίνεια ήταν στοιχείο της αποτυχίας τους που οδήγησε στην χρεοκοπία, δηλαδή ήταν δομικό στοιχείο της πολιτικής τους κουλτούρας, το οποίο δεν μπορούσαν να υπερβούν τώρα. Πώς τώρα θα είχαν τα μούτρα να ομολογήσουν απερίφραστα το συνολικό λάθος τους, αφού εξακολουθούσαν να στηρίζονται στο ίδιο μοντέλο πολιτικής, δηλαδή τον λαϊκισμό; Κάτι πήγε να ψελλίσει ο Γιώργος Παπανδρέου και διέλυσε το κόμμα του καθώς και την πολιτική καριέρα του. Οι άλλοι έμαθαν καλά το μάθημα και ούτε να ψελλίσουν τόλμησαν. Έτσι, με αγαστή σύμπνοια, οι ίδιοι παράγοντες του αποτυχημένου συστήματος, κατασκεύασαν το νέο αφήγημα περί  «κρίσεως» για να κατοχυρώσουν τη συνέχεια του λαϊκίστικου λόγο τους. «Κρίση έχουμε βρε παιδιά, κάντε υπομονή να ξεπεράσουμε τον κάβο» οι μεν, «φέρατε την μνημονιακή καταστροφή και καιρός να αφήσετε σε μας τους παρθένους την εξουσία» οι δε. Αυτή όλη η φιλολογία περί «κρίσεως» που επικράτησε έναντι του πραγματικού αφηγήματος περί «καταστροφής» δεν είναι καθόλου μα καθόλου αθώο.

Όταν ζυμώνουμε τις πολιτικές προσδοκίες γύρω από την έννοια της «κρίσης» μεταφέρουμε την λαϊκή φαντασία σε μια εικόνα προσωρινής δοκιμασίας. Είναι σαν να λέμε στην κοινωνία ότι κάτι το προσωρινά κακό της συνέβη και επομένως με κάποιους βραχυπρόθεσμους χειρισμούς το κακό θα περάσει. Κάτι σαν πονόδοντος που χρειάζεται μόνο ένα καλό παυσίπονο, αφού το δόντι είναι κατά βάση γερό. Χρειάζεται φάρμακο και όχι χειρουργείο. Αντίθετα, όταν η αφήγηση μεταφερθεί στα συμφραζόμενα της «καταστροφής» τότε το σήμα του λόγου δίνεται σε όρους ξεκαθαρίσματος των ερειπίων και χτισίματος μιας καινούργιας κατάστασης με καλλίτερα υλικά και ανθεκτικότερη σχεδίαση. Πολλά πρέπει να αλλάξουν με βαθιές τομές. Το φάρμακο δεν αρκεί, χρειάζεται χειρουργείο. Ποια πολιτική δύναμη (μιλάμε για τις αξιόπιστες, πράγμα που εξαιρεί το ΚΚΕ και την ΧΑ) θα μπορούσε να έχει το θάρρος να μιλήσει για ένα καινούργιο ξεκίνημα; Και οι βασικές τους συντεχνιακές δεσμεύσεις που στηρίζουν την πελατειακή τους ισχύ, που θα πήγαιναν τότε; Ποιος από τους συμβατικούς πολιτικούς σχηματισμούς θα μπορούσε να μιλήσει για ένα αναπροσδιορισμένο «κοινό συμφέρον» χωρίς να κινδυνεύει να αποκοπεί πλήρως από τα θρυμματισμένα μερικά συμφέροντα που μέχρι τώρα του εξασφάλιζαν εκλογική πελατεία;

Εκεί φτάσαμε λοιπόν: Καμία από τις πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου δεν μπορεί και δεν τολμά να μιλήσει με όρους πατριωτισμού. Γιατί απλούστατα είχε παραμερίσει την έννοια του κοινού συμφέροντος που ο πατριωτισμός προϋποθέτει. Οι πολιτικοί πελάτες είναι πάντα με το γκουβέρνο, όχι με την πατρίδα.  Γιαυτό συνεχίζουν την αφήγηση περί κρίσεως. Περιορίζουν έτσι τον δημόσιο διάλογο και την πολιτική σύγκρουση αποκλειστικά στο σκηνικό που στήθηκε για να διευκολύνει την προσγείωση και όχι την καινούργια εκκίνηση. Ο πολιτικός λόγος περιστρέφεται γύρω από την βοήθεια των εταίρων για αναίμακτη προσγείωση- χωρίς να τολμά να ανεβάσει τον λόγο της στο επίπεδο της αναδόμησης του εθνικού μας κράτους πάνω στη βάση ενός αναδιατυπωμένου κοινού συμφέροντος. Αλλά, δυστυχώς, αυτό και μόνο αυτό απαιτούν οι Καιροί και ως εκ τούτου δεν μπορούμε να αποφύγουμε την αντιμετώπισή του.

Ας συμμαζέψουμε, τώρα, τον λόγο μας στο ζητούμενο. Πώς απογράφουμε εντίμως την κατάσταση, και όχι την κρίση;  Ποιες δυνάμεις θα μπορούσαν να αναλάβουν τον ρόλο για μια πραγματική διαδικασία ανοικοδόμησης των ερειπίων;

Αυτές τις μέρες η Νέα Κατάσταση λες και κάνει επιδεικτική παρέλαση με όλα τα σέα και τα μέα της για να μας προκαλέσει: Η εικόνα που δείχνει είναι της πλήρους μετάστασης του οργανωμένου κράτους σε κατάσταση ερζάτζ. Το κράτος έχει καταντήσει απλή σκιά του εαυτού του:
  • Πλήρης κατάρρευση του Κράτους Δικαίου και υποκατάστασή του με κράτος πολιτικών κομματικών σκοπιμοτήτων. Αυτό είναι το νόημα των παρατεταμένων καταλήψεων των «αγροτών» που παραβιάζουν επιδεκτικά μια ντουζίνα από διατάξεις του ποινικού και αστικού δικαίου. Η Δικαιοσύνη δεν επεμβαίνει και ο χειρισμός των ενόχων έχει ανατεθεί στο στελεχιακό δυναμικού του κυβερνώντος κόμματος.
  • Κατάρρευση της διάκρισης των εξουσιών: Οι δικαστές πολιτικολογούν με αποφάσεις τους και η κυβέρνηση διαβουκολεί την ιεραρχική δομή του δικαστικού σώματος.
  • Εισπήδηση των Ενόπλων Δυνάμεων σε έργα πολιτικής διαχείρισης. Αντί για εργολάβους, το έργο της κατασκευής των hotspotsκαι όχι μόνο ανατίθεται με ζητωκραυγές στον στρατό ξηράς.
  • Αδιαμαρτύρητη παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων με τεράστια συμβολική αξία: Το πρωθυπουργικό αεροπλάνο εμποδίζεται από την Τουρκία να προσγειωθεί στο εθνικό έδαφος της Ρόδου.
  • Προκλητική παραβίαση προστατευμένων δικαιωμάτων του παιδιού με πλήρη αδιαφορία του αρμόδιου υπουργού: Ξενοφοβικοί ρατσιστές κατεβάζουν μαθητές της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ως ασπίδα στη σύγκρουσή τους με τις δυνάμεις του Νόμου.
  • Ολοκληρωτική μετάλλαξη της Βουλής από νομοθετικό σώμα σε σώμα στρατευμένων κομματικών οργάνων που την απασχολούν με προσχηματικά νομοσχέδια για να την εμποδίσουν να εκδηλώσει το πολιτικό της φρόνημα: Για να αντιμετωπιστεί η εκρηκτική επικαιρότητα εισάγεται για συζήτηση νομοσχέδιο (για τα ΜΜΕ) που κατάφωρα παραβιάζει βασικές συνταγματικές προβλέψεις, θεμελιώδη στοιχεία του ευρωπαϊκού κεκτημένου και εξ ίσου θεμελιώδεις διατάξεις του παγκόσμιου κώδικα προστασίας των δικαιωμάτων πολίτη. Η Βουλή αντί να βουλεύεται μετατρέπεται σε θέατρο ποικιλιών για να τραβήξει την προσοχή του κοινού μακριά από την εξελισσόμενη εθνική τραγωδία.
  • Αναστολή βασικών λειτουργιών της Πολιτείας, όπως η δικαστική, με την βίαιη παρέμβαση συντεχνιών που ψωμίζονται από αυτές (απεργία διαρκείας των δικηγόρων )
  • Ξήλωμα των θεμελίων της ελεύθερης αγοράς με την δημιουργία νέων κρατικίστικων υποχρεώσεων: Χρηματοδότηση της βιομηχανίας ζάχαρης εκτός τραπεζικών κανόνων με χρήματα του Δημοσίου, απόπειρα ριζικής αλλαγής των πλαισίων της πτωχευτικής διαδικασίας με επαπειλούμενο νομοσχέδιο για τα αργούντα ιδιωτικά ακίνητα και κινητά.
  • Κομματικοποίηση της Δημόσιας Εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων.
  • Επιβολή εκφοβιστικού ελέγχου σε όλα τα μέσα με τα οποία εκφράζεται η ελευθερία του Λόγου.
  • Αποσάρθρωσε του παραγωγικού ιστού με την μονιμοποίηση της ανεργίας στο επίπεδο του 25% κατά μέσο όρο. Αντί για πρωτοβουλίες παραγωγικής απορρόφησης της ανεργίας, ο πολιτικός λόγος της κυβέρνησης βρίθει από αναφορές στην ανθρωπιστική κρίση. Λες και η χώρα είναι καταδικασμένη απλώς να τρέφει ζητιάνους και φτωχούς μοιραίους πολίτες.
  • Υποβάθμιση όλων των θεσμών κοινωνικής μέριμνας και προστασίας και ραγδαία εν τοις πράγμασι ιδιωτικοποίησή τους (Υγεία, ασφάλιση, εκπαίδευση).
  • Με την εξέλιξή μας σε μόνιμο σταθμό των προσφύγων και μεταναστών οδεύουμε σε μια εντελώς πρωτόγνωρη οικονομία υπηρεσιών, όπου οι εταίροι μας, στην καλλίτερη των περιπτώσεων, θα μας καταβάλλουν τα έξοδα που απαιτούνται για να τους κρατούμε έξω από τα δικά τους σύνορα, δημιουργώντας έτσι μια ιδιότυπη νέα αγορά στην εσωτερική αγορά μας.
Το δυστύχημα είναι ότι αυτήν την εικόνα τείνουμε πλέον να την συνηθίσουμε και να την θεωρούμε δεδομένη, καθώς αλλού στρέφεται η πολιτική μας προσοχή: Σε μια καθημερινότητα αιχμηρών επεισοδίων που αυτά τραβούν το πολιτικό δυναμικό μας και όχι η σύνθεσή τους σε ενιαία εικόνα τραγικότητας των περιστάσεων. Φοβούμαστε να δεχτούμε ότι δεν βαίνομε προς, αλλά είμαστε ήδη στην κατάσταση του διαλυμένου κράτους – failing state.

Κανένας από τους υφιστάμενους πολιτικούς σχηματισμούς δεν έχει ορθώσει το ανάστημά μου με παρρησία μπροστά σε μια τέτοια αφήγηση. Να προβάλει ως διεκδικητής της ηγεσίας για μια ριζική ανάταξη της κοινωνίας και του κράτους μας. Μήπως άραγε η Ιστορία παίζει το αινιγματικό παιχνίδι της και προετοιμάζει την ετυμηγορία της για το ποιος θα αναλάβει την ηγεσία; Μήπως όλα αυτά οδηγούν στην απόφανση ότι ήλθε η ώρα μιας ριζοσπαστικής, για τα ελληνικά δεδομένα, σοσιαλδημοκρατίας; Μήπως η εικόνα εκφράζει έκδηλα το απαιτούμενο θεμελιακό πρόταγμα της σοσιαλδημοκρατίας για τον τόπο μας. Μήπως το πρόταγμα αυτό είναι η εξής απλή φράση: «Περιγράψτε την πραγματική μας κατάσταση και αναλύστε τον ρόλο του καθενός μας σε μια καινούργια προσπάθεια ανάταξης με βάση το κοινό συμφέρον σε έντιμη αντιπαράθεση προς το ειδικό συμφέρον της κάθε κοινωνικής ομάδας». Πάνω σε μια τέτοια πλατφόρμα μπορεί να στηθεί ο απαιτούμενος πατριωτισμός της δημοκρατικής αριστεράς. Ένας πατριωτισμός που συνθέτει επιμέρους συμφέροντα αντί να τα αντιπαραθέτει όπως κάνει σήμερα η κυβερνώσα αριστερά, για να εξασφαλίζει τον κατακερματισμένη πολιτική πελατεία της ευκολότερα. Με του λιανέμπορους (συντεχνιακούς συνδικαλιστές) τα βγάζει ευκολότερα πέρα παρά με μια ενοποιημένη ενιαία κοινωνική συνείδηση που έχει προσδιορίσει το κοινό συμφέρον που την κρατάει ενωμένη.

πηγή: metarithmisi.gr

Ο πίνακας " Ο ελευθερωτής" του Ρενέ Μαγκρίτ, που συνοδεύει το κείμενο, είναι επιλογή του blog 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου